https://www.capital.gr

Πέντε αυστηρές προειδοποιήσεις προς τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης περιλαμβάνει η έκθεση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου (ESRB) της ΕΚΤ που παρακολουθεί τις επιπτώσεις της πανδημίας και μετρά την αποτελεσματικότητα των πακέτων στήριξης. Οι προειδοποιήσεις αυτές περιλαμβάνουν και την Ελλάδα, η οποία εμφανίζεται ως μία από τις ευρωπαϊκές χώρες η οποία έκανε τη μεγαλύτερη και αποτελεσματικότερη χρήση των μέτρων στήριξης, με θετικά αποτελέσματα μέχρι σήμερα, αλλά ταυτόχρονα παρουσιάζει υψηλούς κινδύνους. Οι κίνδυνοι αυτοί αφορούν τόσο τον τραπεζικό τομέα, λόγω του υψηλού ποσοστού κόκκινων δανείων και τη χαμηλή κερδοφορία που επηρεάζει τα κεφάλαιά τους. Κίνδυνοι ελλοχεύουν και στην πραγματική οικονομία που μπορεί να περάσουν στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Ένας από αυτούς είναι το μεγάλο ποσοστό δανείων υψηλού ρίσκου που εντάχθηκαν σε μορατόρια, επιβεβαιώνοντας την προειδοποίηση της Τράπεζας της Ελλάδος ότι αυτή είναι η πιο πιθανή πηγή της νέας γενιάς κόκκινων δανείων 8-10 δισ. ευρώ.

Σύμφωνα με την έκθεση, όσο η κρίση διαρκεί και η ανάκαμψη της οικονομίας είναι ισχνότερη, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος για ζημίες στην πραγματική οικονομία που θα περάσουν στον τραπεζικό τομέα. Κατά τη σημερινή φάση της πανδημίας, οι αρμόδιες αρχές και οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα πρέπει να εστιάσουν σε:

1. Στοχευμένα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης στους πλέον πληττόμενους κλάδους.
2. Στενή παρακολούθηση της βιωσιμότητας του ιδιωτικού χρέους, δεδομένου ότι κάποια από τα μέτρα τελικά αυξάνουν την υπερχρέωση
3. Διευκόλυνση των επιχειρήσεων σε ό,τι αφορά στη μείωση των καθυστερήσεων και της διαδικασίας πτώχευσης και εκκαθάρισης.
4. Ενίσχυση της διαφάνειας στους ισολογισμούς των τραπεζών με αναθεώρηση του τρόπου που ανακοινώνουν τα στοιχεία τους
5. Συντονισμένες πολιτικές μεταξύ τομέων ευθύνης και κρατών.

Η ΕΚΤ προειδοποιεί τις κυβερνήσεις ότι απότομη απόσυρση των μέτρων στήριξης θα οδηγήσει σε λουκέτα που θα επηρεάσουν πραγματική οικονομία, τράπεζες και δημοσιονομικά μεγέθη. Από την άλλη, η παρατεταμένη χρήση θα προκαλέσει πιέσεις στους προϋπολογισμούς, με πιο ευάλωτες τις χώρες με μικρό δημοσιονομικό χώρο και υψηλό δημόσιο χρέος, όπως η Ελλάδα. Για αυτό θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικές και να προετοιμάσουν σενάρια για το πιο αποτελεσματικό μείγμα στήριξης και την επιλογή του σωστού χρονοδιαγράμματος απόσυρσης των μέτρων.

Όσον αφορά στην Ελλάδα, η κρίση βρίσκει τις ελληνικές τράπεζες με το υψηλότερο ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων ως ποσοστό των συνολικών χορηγήσεων (γύρω στο 35%), όταν ο μέσος όρος στην Ε.Ε είναι μονοψήφιος και κινείται καθοδικά (2,75% τον Σεπτέμβριο του 2020). Επίσης, εμφανίζει τις ελληνικές τράπεζες στις τρεις τελευταίες θέσεις ως προς τα κεφάλαια πρώτης διαβάθμισης (αλλά, ωστόσο, επαρκώς κεφαλαιοποιημένες με υψηλότερες προβλέψεις από ό,τι ορίζουν τα ελάχιστα όρια) και με αρνητική απόδοση κεφαλαίων.

Σε ό,τι αφορά στις τράπεζες, οι κίνδυνοι από την πανδημία εντοπίζονται στους εξής τομείς:

Πρώτον, πιθανή αύξηση του πιστωτικού κινδύνου

Δεύτερον, ζημίες από χρεόγραφα

Τρίτον, αύξηση του κόστους κεφαλαίων

Τέταρτον, λειτουργικοί κίνδυνοι, περιλαμβανομένων των κυβερνοεπιθέσεων.

Για τους λόγους αυτούς προτείνει αυξημένη εποπτεία, θεσμική θωράκιση, σωστή χρήση κεφαλαίων και δημιουργία εσωτερικών κεφαλαίων (buffer) και στοχευμένα δημοσιονομικά μέτρα.

Στην πραγματική οικονομία, οι κίνδυνοι εντοπίζονται:

* Στα νοικοκυριά με τη μορφή μείωσης της απασχόλησης και των μισθών. Εδώ, η ΕΚΤ προτείνει συνέχιση των μέτρων που θα προστατέψουν τη ρευστότητα και την περιουσία των νοικοκυριών, δράσεις για στήριξη της απασχόλησης, άμεσες επιδοτήσεις για στήριξη του εισοδήματος και αναστολές δανείων (moratoria). Από την άλλη πλευρά, η εξίσωση είναι δύσκολη, διότι οι αναστολές δανείων μειώνουν τις χρηματοοικονομικές ροές για τις τράπεζες και αυξάνουν τον κίνδυνο νέας γενιάς κόκκινων δανείων μετά τη λήξη των μορατορίων.

Στις επιχειρήσεις, λόγω αύξησης του πιστωτικού κινδύνου, αύξησης του κόστους κεφαλαίου, ανόδου των εξόδων για συμμόρφωση με τα υγειονομικά πρωτόκολλα λόγω Covid, μείωση εσόδων λόγω πτώσης της ζήτησης, ζημίες από ασφαλιστήρια συμβόλαια και μείωση νέων δραστηριοτήτων. Δάνεια από το Δημόσιο ή επιδοτήσεις αυξάνουν τους κινδύνους στις αποτιμήσεις, ενώ η συμμετοχή του κράτους στα κεφάλαια επιχειρήσεων μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα ανταγωνισμού.

Χρήση μέτρων στήριξης

Η αποτίμηση της χρήσης και της αποτελεσματικότητας των μέτρων στήριξης μέχρι σήμερα δείχνει οι περισσότερες χώρες προτίμησαν τις αναστολές και τις άμεσες επιδοτήσεις. Σε ό,τι αφορά στην Ελλάδα, τα συμπεράσματα είναι τα εξής:

1. Σχεδόν τα μισά δάνεια που κινδύνευαν προστατεύθηκαν με αναστολές και επιδοτήσεις.

2. Περισσότερο ευνοημένα ήταν τα νοικοκυριά από τις αναστολές δανείων. Ακολουθούν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις και μετά οι υπόλοιπες επιχειρήσεις

3. Σχεδόν το ένα τρίτο των δανείων σε αναστολή ήταν υψηλού ρίσκου.

4. Μέχρι τον Οκτώβριο του 2020, η Ελλάδα είχε λάβει 5 θεσμικές πρωτοβουλίες για αναστολές δόσεων, δύο για χορήγηση εγγυήσεων του Δημοσίου, δύο για στήριξη μέσω δανείων από το Δημόσιο, 26 για άμεσες επιδοτήσεις, 5 για χρήση του αναβαλλόμενου φόρου και δύο για φοροαπαλλαγές. Συνολικά, έλαβε περίπου 40 αποφάσεις και έκανε χρήση σχεδόν το 75% των μέτρων -ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στην Ε.Ε.
5. Ωστόσο, ως ποσοστό του ΑΕΠ, το σύνολο των μέτρων, ήταν ένα από τα μικρότερα στην ΕΕ (μόλις λίγο υψηλότερα από το 5%), όταν ο μέσος όρος στην ΕΕ ήταν κοντά στο 9%. Η μεγαλύτερη χρήση, ως ποσοστό του ΑΕΠ (του 2019) έγινε από την Ιταλία (35%). Όμως, όπως εξηγεί η ΕΚΤ, το υψηλό ποσοστό χρήσης των μέτρων αντανακλά τον υψηλότερο κίνδυνο για βαθύτερη ύφεση. Έτσι, στην Ιταλία αναμενόταν μείωση του ΑΕΠ κατά 12%, ενώ για την Ελλάδα ήταν -2%.

6. Συνολικά, ως αξία ως ποσοστό του ΑΕΠ, η χρήση των αναστολών δανείων και τα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης, είναι ήταν σχεδόν η διπλάσια του μέσου όρου στην Ε.Ε. Μόνο οι άμεσες επιδοτήσεις και οι φοροελαφρύνσεις ήταν οι υψηλότερες ως ποσοστό του ΑΕΠ σε όλη την Ε.Ε. (περίπου 3,1% έναντι 2,7% στην Ε.Ε.) και μόνο των άμεσων επιδοτήσεων υπερδιπλάσια (3% από 1,2% στην Ε.Ε.) Στα μορατόρια, το ποσοστό της ενίσχυσης ως προς το ΑΕΠ ήταν 15% έναντι του μέσου όρου στην ΕΕ στο  10%.

Αφήστε μια απάντηση

Follow by Email