Υπέρ της συνέχισης της δημοσιονομικής χαλάρωσης και μετά το 2021 τάσσονται μέχρι τώρα τόσο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) όσο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρακολουθώντας την έλευση του τρίτου κύματος της πανδημίας του κορονοϊού, που απειλεί με νέα ανατροπή τις μέχρι τώρα προβλέψεις.
Ο επίτροπος αρμόδιος για θέματα οικονομικής πολιτικής, κ. Πάολο Τζεντιλόνι, έχει επανειλημμένα εκφράσει την αμφιβολία του αν η Ευρωζώνη θα επανέλθει στα επίπεδα του 2019 μέχρι και το 2022. Στην κατεύθυνση αυτή, σε κάθε δημόσια εμφάνισή του, τονίζει την ανάγκη συνέχισης των μέτρων στήριξης των οικονομιών της ΕΕ χωρίς χρονικό περιορισμό, μέχρι η ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας όχι μόνο να καταγραφεί πρόσκαιρα αλλά και να σταθεροποιηθεί.
Η πρόεδρος της ΕΚΤ, κ. Κριστίν Λαγκάρντ, από τις 10 Δεκεμβρίου, στην τελευταία συνεδρίαση του Συμβουλίου Νομισματικής Πολιτικής για το 2020, είχε κρούσει το καμπανάκι του κινδύνου λέγοντας ότι η ευρωπαϊκή οικονομία δεν θα έχει βρει την ισορροπία της πριν από το τέλος του πρώτου τριμήνου του 2022. Ακόμη και τότε, όμως, το βάρος της πανδημίας θα συνεχίσει να επηρεάζει τις οικονομίες της ΕΕ. Γι’ αυτόν τον λόγο θα είναι απαραίτητο να συνεχιστούν τα μέτρα στήριξης των οικονομιών. Την ίδια ημέρα, το ΔΣ της ΕΚΤ θα αυξήσει το όριο των αγορών του έκτακτου προγράμματος αγοράς ομολόγων (PEEP) φτάνοντάς το στο 1,85 τρισ. ευρώ με διάρκεια μέχρι και το τέλος του 2022.
Σε οικονομικό δελτίο της ΕΚΤ, που δημοσιεύτηκε την Πέμπτη, σε μελέτη για τα προσχέδια των προϋπολογισμών των κρατών-μελών τονίζεται ξανά το ίδιο θέμα. Η σημασία ύπαρξης μέτρων στήριξης όσο συνεχίζονται οι επιπτώσεις της πανδημίας, υπό την προϋπόθεση ότι τα μέτρα αυτά θα είναι έκτακτα και σωστά “στοχευμένα” ώστε να μετριάζουν τις επιπτώσεις της κρίσης.
Στο Eurogroup, στις 18 του μήνα, θα γίνει η πρώτη συζήτηση του 2021 για την πορεία της πανδημίας στα κράτη-μέλη της ΕΕ με τα μηνύματα από τις μεγάλες οικονομίες της Ευρωζώνης να μην αναμένονται να είναι θετικά. Διπλωματικές πηγές που ρωτήθηκαν, τόνιζαν ότι Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία έχουν θέσει ως προτεραιότητα τη συνέχιση των μέτρων στήριξης με δεδομένο ότι δέχονται σφυροκόπημα από το τρίτο κύμα της πανδημίας και την παράταση των εθνικών lockdown.
Το κέρδος για την Ελλάδα
Η ένταση της πανδημίας στην Ελλάδα έχει ήδη οδηγήσει σε παράταση του lockdown μέχρι και τις 18 του μήνα, που ξεκίνησε στις 7 Νοεμβρίου. Έχει όμως και μια πιο αισιόδοξη πτυχή: Η παράταση της δημοσιονομικής χαλάρωσης που φαίνεται όλο και πιο πιθανή δίνει χρόνο για να επανέλθει η οικονομία στη δυναμική που βρέθηκε στο τέλος του 2019. Το 2022 είναι ούτως ή άλλως ένα κρίσιμο έτος καθώς τότε θα αποφασιστεί αν θα συνεχιστεί ή όχι το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας. Μια επαναφορά των δημοσιονομικών κανόνων τη συγκεκριμένη χρονιά θα δυσκολεύσει τη διαδικασία ανάκαμψης της οικονομίας από τις διαδοχικές κρίσεις των μνημονίων και του κορονοϊού. Τούτο με δεδομένο ότι η Ελλάδα προβλέπεται ότι το 2021 θα καλύψει μόνο τη μισή απόσταση από το σημείο που βρισκόταν το 2019. Η μεγάλη ανησυχία εντοπίζεται στον τομέα των υπηρεσιών με πρώτο τον τουρισμό, τις μεταφορές και τις δορυφορικές τους δραστηριότητες, που αναμένεται να ανακτήσουν περίπου το 60% της απώλειας από τον κορονοϊό. Συνεπώς, θα χρειαστεί έναν χρόνο ακόμη για να βρεθεί στα επίπεδα προ της πανδημίας.
Εξάλλου μέχρι και το 2022 αναμένεται να έχουν οριστικοποιηθεί και οι αποφάσεις για την αναθεώρηση του συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης, με τις χώρες να κρίνονται με περισσότερο διαρθρωτικούς δείκτες παρά με τον άκαμπτο κανόνα για έλλειμμα 3% του ΑΕΠ και χρέος που θα τείνει στο 60% του ΑΕΠ, όπως συμβαίνει τώρα. Και αυτό θα είναι ένα κέρδος για την “εικόνα” της Ελλάδας, εντός της ΕΕ.
Πηγή: www.capital.gr ΆρθροΤου Τάσου Δασόπουλου